f.v c.b

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

ΕΑΠ ΕΠΟ12: ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θέμα 1ης Γραπτής Εργασίας.

Μετά από σύντομη ανάλυση της έννοιας της διεπιστημονικότητας, επισημάνετε, με ποιες κυρίως επιστήμες έχει συγγενέψει ή συνεργαστεί η Γεωγραφία μέχρι σήμερα. Αναπτύξτε τους λόγους και τους τρόπους αυτής της συνεργασίας.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ.

  1. Εισαγωγή.
  2. Οι ιστορικές καταβολές της Γεωγραφίας.
  3. Η έννοια της διεπιστημονικότητας.
  4. Η εξέλιξη της Γεωγραφίας και η συνεργασία με τις άλλες επιστήμες. - Κλασσική και Περιφεριακή Γεωγραφία. - Η Ανθρωπο - οικολογία του Σικάγο. - Ποσοτική Γεωγραφία και Θετικισμός. - Κριτική Γεωγραφία. - Τα μεταβατικά στάδια/ Συμπεριφορική Γεωγραφία. - Η Ανθρωπιστική Γεωγραφία. - Φιλελεύθερη και Ριζοσπαστική Γεωγραφία. - Τα Μεταθετικιστικά Ρεύματα/ Πολιτικοοικονομική προσέγγιση. - Πολιτισμική στροφή. - Οικο Γεωγραφία.
  5. Επίλογος.
1.Εισαγωγή.

   Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αναφορά στις επιστήμες με τις οποίες έχει συνεργαστεί η γεωγραφία, μέσα στα πλαίσια της διεπιστημονικότητας, για την εκπλήρωση του επιστημονικού της έργου που δεν είναι άλλο από την επιστημονική αντικειμενική γνώση των φαινομένων στο χώρο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Σημαντική επίσης είναι και η αναφορά στις ιστορικές ρίζες της Γεωγραφίας μέσα από τις οποίες φαίνεται η αρχαιοελληνική καταβολή της επιστήμης, οπού δικαίως χαρακτηρίζεται ως καθαρά ευρωπαϊκή.
   Ακολούθως θα αναφερθούμε στην έννοια της διεπιστημονικότητας και πώς αυτή εκλαμβάνεται από την επιστήμη της γεωγραφίας και τέλος επισημαίνετε η εξελικτική πορεία που ακολούθησε η επιστήμη της Γεωγραφίας, μέσα από τις διάφορες γεωγραφικές σχολές και τάσεις, από την επαγγελματοποίηση της, τον 19ο αιώνα, έως και σήμερα, καθώς και τις επιστήμες με τις οποίες έχει συνεργαστεί.

2. Οι ιστορικές καταβολές της Γεωγραφίας.

   Οι ρίζες της γεωγραφίας ανάγονται στην αρχαία Ελλάδα, όπου ακόμη δεν ξεχωρίζει ως επιστήμη αλλά βρίσκεται ενσωματωμένη στις άλλες επιστήμες της εποχής. Γεωγραφικές αναφορές έχουμε στην Κίνα και γενικότερα στο Ισλάμ αλλά οι πρωτοπόροι της γεωγραφίας ήταν στην πλειοψηφία τους Έλληνες.
   Η πρώτη ιστορική καταγεγραμμένη αναφορά στη γεωγραφία γίνεται από τον Όμηρο, τον 8ο αιώνα, στην ιλιάδα, με την περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα, όπου αποτελεί την πρώτη χαρτογραφική αναφορά. Γεωγραφικές καταγραφές έχουμε και στα έργα τριών φιλοσόφων από την Μίλητο: του Θαλή, του Αναξίμανδρου και του Εκαταίου. Ακολουθεί ο μαθητής τους, Πυθαγόρας ο Σάμιος, μέσα από το έργο του οποίου γίνεται για πρώτη φορά αναφορά στο σφαιρικό σχήμα της γης. Ακολουθούν οι τοπογραφικές αναφορές του Ηρόδοτου, ο υπολογισμός της περιμέτρου της γης από τον Εύδοξο, η θεώρηση του κόσμου με τα τέσσερα στοιχεία από τον Εμπεδοκλή.
   Ο Αριστοτέλης αποδεικνύει εμπειρικά τη σφαιρικότητα της γης, ο Δικαίαρχος παρουσιάζει, ίσως, τον πρώτο χάρτη και ο Αρίσταρχος αναφέρεται στο ηλιοκεντρικό σύστημα πολλούς αιώνες πριν από τον Κοπέρνικο. Ο Ερατοσθένης είναι ο πατέρας, θα λέγαμε, της γεωγραφίας διότι είναι αυτός που δίνει το όνομα στη νέα επιστήμη. Προχωρεί στο σχεδιασμό του πρώτου χάρτη και στις μετρήσεις για την περίμετρο της γης. Στη συνέχεια ο Στράβωνας μέσα από το έργο του Γεωγραφικά, αξιοποιεί το έργο του Ερατοσθένη.(Λεωντίδου, 2001, σσ 36 - 38)
   Στην περίοδο του Μεσαίωνα υπάρχει στασιμότητα στην εξέλιξη των επιστημών, η ανάπτυξη, όμως, της γεωγραφίας επιτυγχάνεται μέσω του εμπορίου, λόγω της πληροφόρησης που είχαν οι Ευρωπαίοι για το φυσικό περιβάλλον και την κοινωνία.
   Η επιστήμη της γεωγραφίας, λοιπόν, οφείλει πολλά στην Αρχαία Ελλάδα διότι εκείνη την εποχή τέθηκαν οι βάσεις για την δημιουργία και την ανάπτυξη που θα ακολουθούσε η επιστήμη στους μετέπειτα αιώνες.

2. Η έννοια της διεπιστημονικότητας.

   Η διεπιστημονικότητα είναι η συνεργασία διαφόρων επιστημών, για την εξαγωγή λογικών και εμπειρικώς τεκμηριωμένων αποτελεσμάτων. Ο επιστημονικός προσανατολισμός και η εξελικτική πορεία της γεωγραφίας επιτυγχάνεται με τη συνεργασία της με άλλες επιστήμες.
   Για την επιστήμη της γεωγραφίας μέσα από την διεπιστημονικότητα, τη συνεργασία δηλ. με άλλες επιστήμες, επιτυγχάνεται η μελέτη των γεωγραφικών φαινομένων και η ανάλυση της σχέσης χώρου και κοινωνίας αλλά και η αλληλεπίδραση τους με τη φύση. Έτσι έχουμε το συνδυασμό της γεωγραφίας με επιστημονικούς παράγοντες, όπως την κοινωνική, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, ιστορική και φυσική γεωγραφία, για την ερμηνεία και την ανάλυση αυτών των φαινομένων.(Λεοντίδου, 2001, σ. 32)
   Οι συνθήκες, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, οι οποίες επικρατούν σε κάθε περίοδο και χώρο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη μελέτη και ανάλυση των φαινομένων και γενικά της θεματολογίας, που πραγματεύεται η επιστήμη της γεωγραφίας.(Λεοντίδου, 1990, σ. 86)
   Οι γεωγράφοι από μόνοι τους δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε ένα ευδιάκριτο για την επιστήμη τους ορισμό, λόγω του δυναμικού της χαρακτήρα. Στη διάρκεια της ανάπτυξης της εναρμονίστηκε με άλλα ρεύματα και επιστήμες όπου μέσα από την ενότητα ομοειδών γνώσεων, συναφείς μεταξύ τους, προχώρησε στη μελέτη και εξήγηση φυσικών και κοινωνικών φαινομένων. Η επιστήμη της γεωγραφίας δεν είναι σταθερή, προσαρμόζεται στο κοινωνικό περιβάλλον που συνεχώς μεταλλάσεται και την παρασέρνει στις κοινωνικές αλλαγές κάθε εποχής.
   Υπάρχουν τρεις μεθοδολογικές τάσεις στην επιστήμη της ανθρωπογεωγραφίας, (Λεοντίδου, 2001, σ. 34) οι οποίες αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό τις ιστορικές περιόδους εξέλιξης της επιστήμης αυτής:

1. Η χωροθετική ή περιγραφική ή σχολική
2. η οικολογική ή κανονιστική ή θετικιστική
3. η διαρθρωτική ή ερμηνευτική ή μετά-θετιστική
   Η διεπιστημονικότητα είναι έκδηλη στην περιφερειακή γεωγραφία του σε αντίθεση με τη μονομερή προσέγγιση της ποσοτικής-θετικιστικής γεωγραφίας. Στην μετά-θετιστική γεωγραφία έχουμε τις νέες διεπιστημονικές θεωρήσεις όπου οι επιστήμες δεν συνεργάζονται αλλά αλληλοδιαπλέκονται για την κατανόηση του εφήμερου και του τοπικού.

3. Η Εξέλιξη της Γεωγραφίας και η συνεργασία με τις άλλες Επιστήμες.

   Με τη δημιουργία των γεωγραφικών Εταιρειών σε χώρες με αποικιοκρατική δύναμη και συγκεκριμένα της Γαλλίας (Παρισίων 1821), Γερμανίας ( Βερολίνου 1882) και Αγγλίας (Λονδίνου 1830) και με την εισαγωγή της γεωγραφίας στα πανεπιστήμια, το 19o αιώνα, ξεκινάει μια νέα εποχή για τη Γεωγραφία.
   Ας δούμε αναλυτικά την εξέλιξη της Γεωγραφίας και τις επιστήμες με τις οποίες έχει συνεργαστεί, επηρεαστεί η επηρέασε. Τον 19ο αιώνα δημιουργούνται δύο μεγάλες, και αντιμαχόμενες, γεωγραφικές σχολές.

Κλασσική και περιφερειακή Γεωγραφία.


Περιβαλλοντικός ντετερμινισμός και ποσσιμπιλισμός.

   Ο περιβαλλοντικός ντετερμινισμός, τον 19ο αιώνα, της Κλασικής Γεωγραφίας, υποστηρίζει ότι το φυσικό περιβάλλον είναι αυτό που επηρεάζει αναγκαστικά την ανθρώπινη δραστηριότητα, μειώνοντας την σημασία του ανθρώπινου παράγοντα. Θεωρητικό υπόβαθρο της σχολής αποτελεί το έργο του Δαρβίνου Η προέλευση των ειδών μέσα από το οποίο καταδεικνύεται η αποφασιστική επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος στον καθορισμό των σχέσεων, των συμπεριφορών και των αντιδράσεων του ανθρώπου.
   Μέσα από τον περιβαλλοντικό ντετερμινισμό αναπτύσσεται από το Γερμανό Γεωγράφο Ratzel, στο έργο του, Πολιτική Γεωγραφία, η θεωρία του «ζωτικού χώρου» που αποτελεί τη βάση της γεωπολιτικής. Η άποψη που εκφράζεται μέσα από τη γεωπολιτική, υποτάσσει τον άνθρωπο στη χωρική επικράτεια, το κράτος, και τον κάνει υποχείριο και έρμαιο της ιδεολογικής και πολιτικής ολοκλήρωσης. Ναζιστικές και αποικιοκρατικές δράσεις προσπαθούν να δικαιολογηθούν μέσα από αυτή την άποψη. (Λεοντίδου, 2001, σσ. 39 - 41)
   Σε αυτήν τη σχολή δεν έχουμε συνεργασία με άλλες επιστήμες διότι μειώνεται, από τους ντεντερμινιστές, η σημασία του ανθρώπινου παράγοντα στη διαμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος.
   Ακολουθεί ο ποσσιμπιλισμός (τέλος 19ου αιώνα μέχρι το 1950) ασκώντας κριτική στον ντετερμινισμό. Εκδηλώνεται στη Γερμανία αλλά υιοθετήθηκε στη Γαλλία και δημιούργησε την Περιφερειακή Γεωγραφία με κυριότερους εκπροσώπους τους Blache και Brunhes. Αναγνωρίζει το δυναμικό ρόλο του ανθρώπου στην πορεία εξέλιξης του και στη διαδικασία αλλαγής του χώρου και υποστηρίζει την αλληλεπίδραση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Εκφράζει την άποψη ότι το φυσικό περιβάλλον δεν είναι ο αποκλειστικός παράγοντας που ρυθμίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα αλλά ένας από αυτούς καθώς και ότι η δραστηριότητες του ανθρώπου επηρεάζουν το φυσικό του περίγυρο.
   Η Περιφερειακή Γεωγραφία εξετάζει την αλληλεπίδραση ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος στο χώρο, λαμβάνοντας υπόψη οικονομικό-κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά στοιχεία. Έντονο είναι το στοιχείο της διεπιστημονικότητας στο οποίο επιδρούν και οι αναρχικοί γεωγράφοι, με την εναλλακτική γεωγραφία του Κροπότκιν, στους οποίους κυριαρχεί η αντίληψη ότι στην ανάλυση των γεγονότων πρέπει να ληφθούν υπόψη οι τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις, η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, κοινωνικές συμπεριφορές, ρεύματα κ.α.(Λεοντίδου, 2001, σσ. 42 - 43)

Η Άνθρωπο-οικολογία του Σικάγο.

   Από την Αμερική έρχεται η Άνθρωπο-οικολογία του Σικάγο (1920) η οποία προσπαθεί να εξηγήσει τα πολιτισμικά αστικά κέντρα, που δημιουργήθηκαν από τη μετανάστευση, αυτοχαρακτηρίζεται γεωγραφία και την επηρεάζει καθοριστικά αναλύοντας την πόλη ως οικοσύστημα. Για να εξεταστούν οι δραστηριότητες του ανθρώπου μέσα σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον πρέπει να προσδιοριστούν οι λόγοι που τον οδήγησαν σε αυτή τη μετανάστευση αλλά και οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δημιουργούνται. Αυτή η μελέτη θα γίνει με τη βοήθεια και την ανάπτυξη της κοινωνικής και αστικής γεωγραφίας. (Λεοντίδου, 2001, σ. 44.)

Ποσοτική Γεωγραφία και Θετικισμός.

   Κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, κυρίως στις ΗΠΑ, πραγματοποιείται το πέρασμα από την περιφερειακή στην ποσοτική γεωγραφία. Η Ποσοτική Γεωγραφία επικεντρώνεται στην ανάλυση των φαινομένων με βάση μαθηματικά και στατιστικά μοντέλα και δίνεται έμφαση στις οικονομικές σχέσεις, την ανθρώπινη συμπεριφορά και τη χωρική οργάνωση (χωρική ανάλυση). (Masey & Allen, 2001, σ. 14)
   Με το τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου τα καταστροφικά αποτελέσματα του πολέμου και η ανάγκη, για οικονομική ευμάρεια και ένα καλύτερο αύριο μετατρέπουν τον άνθρωπο σε οικονομικό παράγοντα. Αναπτύσσεται ένα οικονομικό καθεστώς, με την ονομασία Φορντισμός, από τον αυτοκινητοβιομήχανο Ερ. Φορντ σύμφωνα με το οποίο, ο άνθρωπος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αλυσίδας παραγωγής με μοναδικό σκοπό το κέρδος. Ο οικονομικός άνθρωπος είναι γεγονός και πρέπει να συνεισφέρει στην οικονομική ανάπτυξη του κράτους και στη χωρίς ηθικούς φραγμούς, αχαλίνωτη κούρσα της συσσώρευσης πλούτου, εκμεταλλευόμενος την οικονομική και κοινωνική δυσπραγία του εργατικού δυναμικού, αποτέλεσμα ενός απάνθρωπου πολέμου.
   Αυτήν την περίοδο συνεχίζεται η τεχνολογική εξέλιξη, με τη διάδοση των Η/Υ και την εισαγωγή στατιστικών στοιχείων παρέχεται στους επιστήμονες η δυνατότητα επεξεργασίας μεγάλου όγκου δεδομένων και ποσοτικοποίησης στοιχείων.(Λεωντίδου, 2001, σσ. 51 -53.)
   Βασίζεται στο λογικό θετικισμό και για αυτό το λόγο οι ποσοτικοί γεωγράφοι προσπαθούν με τη χρήση μαθηματικών και γεωμετρικών όρων να αναλύσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Η έννοια του χώρου εκλαμβάνεται ως σημείο και μετριέται γεωμετρικά σαν απόσταση, βάση αυτού ότι δεν μπορεί να εξηγηθεί εμπειρικά αφαιρείται.(Masey & Allen, 2001, σσ. 14 - 15.)
   Η προσπάθεια της συστηματοποίησης και της μοντελοποίησης των φαινομένων και η μονομερής προσέγγιση, της δίνει γερές βάσεις επιστημολογίας, σε συνεργασία με τις θετικές επιστήμες, την αλλοιώνει όμως από τα πολιτικά, πολιτιστικά και κοινωνικά στοιχεία και οδηγεί τη Γεωγραφία στον κατακερματισμό της σε επιμέρους επιστήμες. Την δεκαετία του 1960 ο Βρετανός γεωγράφος Peter Hagget υποστήριξε ότι η Γεωγραφία έχει στενές παραδοσιακές σχέσεις με τη γεωλογία, τη βιολογία, τις κοινωνικές επιστήμες και τη Γεωμετρία. (Λεοντίδου, 2001, σσ. 51- 55.)

Κριτική Γεωγραφία.

   Στη δεκαετία του 1970 η αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών, η εξέγερση των φοιτητών το Μάιο του 1968, και η παράθεση κοινωνικών ζητημάτων, όπως ο πόλεμος στο Βιετνάμ, η οικολογική καταστροφή, η δυσαρέσκεια για τον δυτικό πολιτισμό κ.α δημιουργούν το κίνημα για κοινωνική συμβολή. Η προηγούμενη Γεωγραφία βρίσκεται σε διαρκή αμφισβήτηση διότι δεν είναι σε θέση να εξηγήσει τις νέες συνθήκες, η οποίες δεν αποτελούσαν και αντικείμενο της ερευνάς της. Η ποσοτική Γεωγραφία δεν μπορεί να δώσει λύσεις σε προβλήματα χωροθέτησης οικονομικών δραστηριοτήτων.
   Είναι πλέον επιβεβλημένη η εγκατάλειψη του Λογικού Θετικισμού και η μελέτη του κοινωνικού περίγυρου και του ανθρώπινου παράγοντα μέσα από παλαιότερες κατευθύνσεις των αναρχικών Γεωγράφων, και συγκεκριμένα του Kropotin. Η χρήση μαθηματικών μοντέλων ανάλυσης, χωρίς να υπολογίζεται η ανθρώπινη συμπεριφορά και τα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά στοιχεία δεν είναι πλέον δυνατή. Η ανάλυση της ανθρώπινης συμπεριφοράς με τη χωρική διάσταση συνδέεται με το κοινωνικό-ιστορικό πλαίσιο που αναπτύσσεται. (Λεοντίδου, 2001, σσ. 58 - 61.)
   Ο διεπιστημονικός χαρακτήρας της κριτικής Γεωγραφίας έδωσε τη δυνατότητα της ανάλυσης και έρευνας σε ζητήματα που είχαν παραμεληθεί από τους ποσοτικούς Γεωγράφους.

Τα Μεταβατικά Στάδια.

   Για να περάσουμε από την ποσοτική στην κριτική γεωγραφία μεσολαβούν τέσσερα μεταβατικά στάδια, με διεπιστημονικό χαρακτήρα και κριτική διάθεση και είναι τα εξής:

Συμπεριφορική Γεωγραφία.

   Κινείται στα πλαίσια του θετικισμού, απλά διαφοροποιείται από την ποσοτική γεωγραφία προτείνοντας τον «κοινωνικό άνθρωπο» στη θέση του «οικονομικού ανθρώπου».
   Έντονο και εδώ το στοιχείο της διεπιστημονικότητας. Πρόβαλε τον διεπιστημονικό χαρακτήρα της γεωγραφίας συνεργαζόμενη με θεωρίες ανάλυσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, παιγνίων, και της κοινωνικής ψυχολογίας. Οι επιστήμονες προσπαθούν να αποδείξουν της πραγματικές αντιδράσεις των ανθρώπων κάτω από τη πίεση των φυσικών καταστάσεων και φαινομένων καθώς και άλλες συμπεριφορές.

Ανθρωπιστική Γεωγραφία.

   Απορρίπτει τον ντετερμινισμό του θετικισμού και προβάλλει την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων. O Βρετανός Emrys Jones χρησιμοποιεί παραδείγματα από τη φυσική, που σέβονταν οι θετικιστές, για να καταρρίψει την θεωρία περί γενικών νόμων, αποδεικνύοντας ότι δεν μπορούν να υπάρξουν γενικοί κανόνες για να εξηγήσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Φιλελεύθερη-ριζοσπαστική Γεωγραφία.

   Ενδιαφέρονται και οι δύο για τις κοινωνικές ανισότητες αλλά διαφέρουν στον τρόπο επίλυσης που προτείνει η κάθε μια. Εξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους θα επέλθει η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική δικαιοσύνη. Πιστεύουν ότι η γεωγραφία μπορεί να συμβάλλει στην αλλαγή και την καλυτέρευση του κόσμου.(Λεοντίδου, 2001, σσ. 64 - 65.)
   Η Φιλελεύθερη Γεωγραφία περιορίζεται στο χώρο της κατανάλωσης και συνδέεται με τον κοινωνικό σχεδιασμό του χώρου, με ένα σχέδιο μπορούμε να αλλάξουμε το χώρο. Η Μαρξιστική θεώρηση προτείνει μια πιο ριζοσπαστική δραστηριότητα, οι κοινωνικές ομάδες πρέπει να παρέμβουνε στο χώρο για να τον αλλάξουνε.
   Κοινωνική, οικονομική, πολιτική, και ιστορική παράγοντες χρησιμοποιούνται από τα παραπάνω παραδείγματα τα οποία ταξινομούνται με βάση των ανθρώπινο παράγοντα ή την πολιτική και ιδεολογική διάσταση της κοινωνίας.

Μεταθετικιστικά ρεύματα.

   Η σύγχρονη ανθρωπογεωγραφία οριστικοποιεί την νέα διεπιστημονικότητα και την σημασία της ιστορικής ανάλυσης των φαινομένων, θέτοντας την έννοια του χώρου μεταξύ του παγκόσμιου και του τοπικού. Χαρακτηρίζεται από την αλληλεπίδραση του χώρου και της φύσης, με την κοινωνία, διαφοροποιείτε από τον θετικισμό και προχωρεί στην εξαγγελία τριών μετά-θετικιστικών ρευμάτων τα οποία ισχύουν μέχρι και σήμερα: Την Πολιτικό-Οικονομική προσέγγιση, την Πολιτιστική Στροφή και την Οικολογική τάση.
   Για τους σύγχρονους γεωγράφους, η σημασία της γεωγραφίας ανάγεται σε πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις, αναλύοντας την έννοια της χώρο-κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Ο χώρος επηρεάζει και επηρεάζεται από την κοινωνία και τις διαδικασίες της. (Λεοντίδου, 1990, σ. 86.)

Πολιτικό-οικονομική προσέγγιση.

   Δίνεται έμφαση στις κοινωνικές και οικονομικές δομές και τονίζεται η σημασία της οικονομικής αναδιάρθρωσης στην συγκρότηση του χώρου.
   Ασπάζεται τον κριτικό ρεαλισμό και τη θεωρία της ρύθμισης, χωρική διαίρεση και οικονομική αναδιάρθρωση του χώρου, και είναι μετεξέλιξη του μαρξιστικού παραδείγματος. Αυτή η μετεξέλιξη ερευνά με βάση τις ιστορικές καταβολές, την ιδιομορφία του τόπου, το ρόλο και τη σημασία των τοπικών κοινωνιών, στο διεθνές οικονομικό πλαίσιο. (Λεοντίδου, 2001, σσ. 69 - 71.)

Πολιτισμική Στροφή.

   Ενστερνίσθηκε το μεταμοντέρνο κίνημα που με τις διάφορες εκφάνσεις του ( ως εποχή, ως στυλ, ως ρυθμός) επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει την αρχιτεκτονική, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τις εικαστικές τέχνες κ.α. αμφισβητώντας έντονα τις βάσεις των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών. Δίνεται έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα και τονίζεται η πολιτισμική ταυτότητα και η διαφορετικότητα.
   Τονίζεται η μοναδικότητα του τόπου και η χωρική διαίρεση, σκοπός είναι η αποδόμηση φαινομένων μέσα από τη διαπλοκή των επιστημών.

Οίκο-γεωγραφία.

   Αποτελεί τη μετεξέλιξη της Άνθρωπο-οικολογίας του Σικάγο και εξετάζει την άνιση ανάπτυξη και τη χωρική διαφοροποίηση σε διεθνή και τοπικό επίπεδο μέσα από την αλληλοδιαπλοκή της Κοινωνικής, Ιστορικής, Πολιτικής, Οικονομικής Ανθρωπογεωγραφίας με την φυσική Γεωγραφία διευρύνοντας την έννοια του χώρου για να συμπεριλάβει τη φύση.
   Μελετούνται φαινόμενα Γεωοικονομίας και Γεωπολιτικής στα πλαίσια της έρευνας για την αλληλεπίδραση της ανθρώπινης δραστηριότητας και του περιβάλλοντος και των καταστροφικών συνεπειών που επιφέρει στο περιβάλλον η ανθρώπινη δραστηριότητα. Έχει ως σκοπό την εξεύρεση τύπου ανάπτυξης η οποία δεν θα έχει καταστροφικές συνέπειες στην ανάπτυξη της φύσης.(Λεοντίδου, 2001, σσ. 74 - 76.)

4.Επίλογος.

    Η Γεωγραφία αποτελεί μια κοινωνική επιστήμη με διεπιστημονική δραστηριότητα και αντικείμενο τη διαμόρφωση της ανθρώπινης δραστηριότητας στο χώρο, μέσα από την αλληλεπίδραση οικονομικό-κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών φαινόμενων και τη συνδρομή της ιστορίας. Έχει το δικό της αντικείμενο σπουδής, το γεωγραφικό χώρο και το γεωγραφικό άνθρωπο. Είναι μια επιστήμη η οποία μέχρι και σήμερα μετεξελίσσεται και δεν μπορεί για κανένα λόγο να παραβλέψει τη συμβολή των άλλων επιστημών, είτε αυτές αφορούν τη φύση είτε τον άνθρωπο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.
  • Λεοντίδου, Λ., ΕΜΠ., (επιμ.), (1990), Η διεπιστημονική προσέγγιση της ανάπτυξης, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα.
  • Λεοντίδου, Λ., Σκλιάς, Π., (2001), Γενική Γεωγραφία, Ανθρωπογεωγραφία και Υλικός Πολιτισμός της Ευρώπης, εκδ., Ε.Α.Π., Πάτρα.
  • Massey, D., Allen, J., (2001), Η Γεωγραφία Έχει Σημασία, εκδ., Ε.Α.Π., Πάτρα.


    Η παραπάνω εργασία βαθμολογήθηκε με 07 (επτά).
    Σχόλια καθηγητή:
       Η εργασία ήταν καλή όσον αφορά τη δομή αλλά θα μπορούσαν να υπάρχουν κι άλλα υποκεφάλαια. Η εργασία δεν ήταν πρωτότυπη, παρ όλα αυτά τα συμπεράσματα της είναι σωστά. Συνοψίζουν τη θεώρηση κι απαντούν στο ζήτημα της διεπιστημονικότητας της Γεωγραφίας. Η ποιότητα της εισαγωγής είναι καλή αφού αναγγέλει το θέμα, δικαιολογεί  τις επιλογές και τη μέθοδο. Η ροή του συλλογισμού, τα επιχειρήματα & η περιοδολόγηση είναι σωστά με εξαίρεση το κεφ. 3.1: Η αναρχική προσέγγιση είναι κριτική ως προς την κλασσική και περιφεριακή Γεωγραφία κι επομένως δεν μπορεί να αποτελεί υποπαράγραφο αυτού του κεφαλαίου. Στο κείμενο φαίνεται σαν να είναι μέρος της περιφεριακής, πράγμα που είναι λάθος.
       Η κριτική ικανότητα δεν φαίνεται αρκετά στην εργασία. Θα μπορούσε να ενισχυθεί περισσότερο με τη χρήση διαφορετικών ντοκουμέντων που υποστηρίζουν διαφορετικές απόψεις.


    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου